Δημοσιεύθηκε στην Ανακοινώσεις,Κείμενα

Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Ως εκπαιδευτικοί, γονείς και πολίτες που είμαστε υπέρμαχοι των δικαιωμάτων των παιδιών, που πιστεύουμε πως το σχολείο, ως θεσμός, οφείλει να σέβεται, να μεριμνά και να προωθεί τα δημοκρατικά ιδεώδη της ελευθερίας, της ισότητας και της δικαιοσύνης, αντιτασσόμαστε στην αξιολόγηση εκπαιδευτικού έργου, καθώς είναι πρόδηλες οι προθέσεις της κυβέρνησης να καταπατηθούν για μια ακόμη φορά οι αξίες αυτές στον βωμό της προώθησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που υιοθετούνται και επιβάλλονται σε απόλυτη σύμπνοια με τις υπερεθνικές οικονομικές επιταγές.

Είναι αλήθεια πως στο ΦΕΚ (140/τ. Β΄/20-01-2021) παρουσιάζεται μια ωραιοποιημένη εικόνα της διαδικασίας της αξιολόγησης και των αποτελεσμάτων που αυτή θα επιφέρει. Ωστόσο, ανατρέχοντας στην ίδια την πραγματικότητα, σε χώρες που έχει εφαρμοστεί το μοντέλο, βλέπουμε ότι μια τέτοια αξιολόγηση επιφέρει:

  • Κατηγοριοποίηση σχολείων σε «ανώτερα» και «κατώτερα», προάγοντας στην εκπαίδευση τον ταξικό διαχωρισμό (χαρακτηριστικό παράδειγμα η «επιλογή» των σχολείων των παιδιών από τους γονείς με κριτήρια οικονομικά, όπως συμβαίνει ήδη σε Εσθονία, Πολωνία και Πορτογαλία)
  • Ανταγωνισμό μεταξύ μαθητών/-τριών (μέσω της αγωνιώδους προσπάθειας για συλλογή «δεξιοτήτων», χρήσιμων για τη νεοφιλελεύθερη αγορά εργασίας)
  • Μετατροπή του κοινωνικού αγαθού της γνώσης σε εμπόρευμα – πληροφορία
  • Συνεχή αναζήτηση και επίδειξη μετρήσιμων προσόντων – «δεξιοτήτων» από το σύνολο της σχολικής μονάδας (μαθητές/-τριες, εκπαιδευτικούς)
  • Φτωχοποίηση του δημόσιου σχολείου που εξαναγκάζεται να εξαρτάται από την παρέμβαση εξωτερικών οικονομικών παραγόντων οι οποίοι αποσκοπούν στην αυτοπροβολή και ικανοποίηση των οικονομικών τους συμφερόντων
  • Εκ των προτέρων στοχοθεσία του εκπαιδευτικού έργου κάθε σχολικής μονάδας, με τρόπο τόσο απόλυτο και μετρήσιμο περιοζίζοντας την ουσία του παιδαγωγικού έργου, αγνοώντας τους αστάθμητους παράγοντες που μεταβάλλουν τις ανάγκες των μαθητών/-τριών
  • Εταιρικές σχέσεις στα σχολεία

Αξίζει αρχικά να αναρωτηθούμε ποιοι/-ες προβαίνουν σε αυτή την αξιολόγηση, τι αξιολογούν, με ποιο τρόπο το κάνουν, τι κριτήρια υιοθετούν και τι στοχεύουν να βελτιώσουν.

Τα πιθανά μοντέλα, όπως τα έχουμε δει σε χώρες που έχει ήδη εφαρμοστεί η αξιολόγηση, δε λαμβάνουν υπόψη σε καμία περίπτωση παιδαγωγικά κριτήρια, αλλά αυτά που εξυπηρετούν οικονομικοπολιτικά συμφέροντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν η Ιταλία και η Ισλανδία, στις οποίες οι προτεινόμενοι/-ες για τη θέση του αξιολογητή δε σχετίζονται καν με την εκπαίδευση.

Σκόπιμο είναι να σημειώσουμε ότι στο εκπαιδευτικό σύστημα της Φινλανδίας, που τόσο επαινείται, δεν προβλέπεται σύστημα αξιολόγησης εκπαιδευτικού έργου και σχολικής μονάδας.

Το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας «ασθενεί», οι δημοκρατικές αξίες «ασθενούν», αλλά ποιος/-α έχει την ευθύνη; Οι μεμονωμένες σχολικές μονάδες, οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σε αυτές, οι μαθητές/-τριες, οι γονείς των μαθητών/-τριών; Θα παραθέσουμε ενδεικτικά κάποια στοιχεία που η πρόταση της αξιολόγησης εκπαιδευτικού έργου δείχνει να αγνοεί, καθώς δεν εξυπηρετούν τις «καλές» προθέσεις της.

Είναι αποδεδειγμένο και ερευνητικά πως πρωταρχικός παράγοντας που ευθύνεται για τη χαμηλή σχολική επίδοση μαθητών/-τριών είναι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γονιών και οι συνθήκες στις οποίες διαβιούν τα παιδιά. Μεγάλο ρόλο διαδραματίζουν και οι γεωγραφικές ανισότητες, που διαμορφώνουν πολλών ειδών αντιξοότητες, οι ελλιπείς υλικοτεχνικές υποδομές των σχολείων, καθώς εδώ και χρόνια αυτά υποχρηματοδοτούνται, και η έλλειψη σταθερότητας μόνιμου προσωπικού στα σχολεία (εκπαιδευτικών, ψυχολόγων, νοσηλευτών κ.α.). Επιπλέον, ο υπάρχων τύπος εξετάσεων, που προβάλλεται ως ένας αξιοκρατικός θεσμός, προωθεί τον ανταγωνισμό έναντι της συνεργασίας, προάγοντας τη βαθμοθηρία, με διάφορους αντιπαιδαγωγικούς τρόπους, ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού και κορυφώνεται στις τελευταίες του λυκείου, για την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, «επιβραβεύοντας» μόνο εκείνα τα παιδιά που οι γονείς τους έχουν την οικονομική δυνατότητα να τους προσφέρουν την υποστήριξη και βοήθεια που χρειάζονται. Επιπρόσθετα, το υπάρχον εξετασιοκεντρικό μοντέλο προκαλεί μόνο άγχος στους/-ις μαθητές/-τριες και, φυσικά, νέες ανισότητες, στηριζόμενες στις ήδη υπάρχουσες, οι οποίες δε λαμβάνονται διόλου υπόψη από τον θεσμό αυτό. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε τα παιδιά μειονοτικών ομάδων που δεν ανήκουν στην κυρίαρχη κουλτούρα και τα παιδιά ειδικής αγωγής, αλλά και τον αποσπασματικό χαρακτήρα των προγραμμάτων που προωθεί το υπουργείο για την ένταξή τους στην αφομοιωτική πολιτική που υιοθετεί προάγοντας για μια ακόμη φορά τις κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες. Οι ανεπάρκειες αυτές, που σκόπιμα παραβλέπονται από το υπουργείο, συμπληρώνονται από και συμπληρώνουν το περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων και των σχολικών εγχειριδίων.

Ποιοι/- ες ευθύνονται για τα παραπάνω, όταν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της χώρας την ίδια στιγμή που προβάλλουν ως επιχείρημα την ανάγκη για βελτίωση της σχολικής ζωής, ενισχύουν όλες τις αντιξοότητες που ήδη υπάρχουν;

Αναρωτιόμαστε, επιπλέον, πόσο δίκαιο κρίνει η πολιτεία να αξιολογείται το σχολείο για τα παραπάνω, και οι εκπαιδευτικοί και η διεύθυνση που εργάζονται σε αυτό να χρεώνονται την όποια σχολική «επιτυχία» ή «αποτυχία»- με τους όρους του υπουργείου- των μαθητών/-τριών.

Για μας, ενάντια στο «σχολείο επιχείρηση» που προωθείται εδώ και χρόνια, «επιτυχία» εκπαιδευτικού έργου κρίνεται το χαμόγελο των παιδιών, η εμπιστοσύνη των μαθητών/-τριών και των γονιών τους στο έργο των εκπαιδευτικών, η σταθερή βελτίωση όχι μόνο των ακαδημαϊκών επιδόσεων, αλλά πρωτίστως των ψυχοκοινωνικών συνθηκών στη ζωή των μαθητευομένων. Όπως και το να έχει συμβάλει αυτός ο θεσμός με το λιθαράκι του -και να συνεχίζει απτόητος να το κάνει παρά τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούν- στη διαμόρφωση κριτικά σκεπτόμενων πολιτών, με αξίες που προωθούν τα δημοκρατικά ιδεώδη.

Η δική μας θέση, λοιπόν, είναι να εξασφαλιστεί με ουσιαστικό και έμπρακτο τρόπο, τόσο με οικονομικούς όσο και με παιδαγωγικούς όρους, το κοινωνικό αγαθό της παιδείας για όλα τα παιδιά. Γιατί όταν επί δεκαετίες επιτελείται ο κοινωνικός αποκλεισμός πολλών εξ’ αυτών, είναι επαίσχυντη και ανεπίτρεπτη αυθαιρεσία η ευθύνη να μεταφέρεται στους/στις εκπαιδευτικούς, που στηρίζουν καθημερινά το δικαίωμά όλων των παιδιών ανεξαιρέτως στη μόρφωση. Η κυβέρνηση και το υπουργείο παιδείας να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν.

Το Σπόρι

// Σύλλογος πολιτών για τη μελέτη της ελευθεριακής εκπαίδευσης //

Σχολιάστε